Τι είναι η θυρεοειδίτιδα Hashimoto;
Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto (αυτοάνοση ή χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα) είναι ίσως η πιο κοινή ασθένεια του θυρεοειδούς. Είναι μια κληρονομική πάθηση που επηρεάζει μεγάλο αριθμό ανθρώπων και είναι περίπου 7 φορές πιο συχνή στις γυναίκες απ’ότι στους άνδρες. Χαρακτηρίζεται από την διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος και παραγωγή αυτο-αντισωμάτων που μπορούν να βλάψουν τα κύτταρα του θυρεοειδούς και να επηρεάσουν την ικανότητά τους να παράγουν θυρεοειδική ορμόνη. Eάν το ποσό των θυρεοειδικών ορμονών που παράγονται δεν είναι αρκετό για τις ανάγκες του σώματος, προκύπτει υποθυρεοειδισμός. Τότε ο θυρεοειδής αδένας μπορεί να διογκωθεί σε ορισμένους ασθενείς, σχηματίζοντας βρογχοκήλη.
Ποια είναι η αιτία;
Η νόσος προκύπτει εξαιτίας μιας δυσλειτουργίας στο ανοσοποιητικό σύστημα. Το ανοσοποιητικό μας έχει σχεδιαστεί φυσιολογικά για να προστατεύει το σώμα από εισβολείς, όπως βακτήρια, ιούς και άλλες ξένες ουσίες, με το να παράγει κάποιες ουσίες που λέγονται αντισώματα. Κάποιες φορές ωστόσο είναι δυνατόν το οργανισμός μας να κάνει λάθος και να αναγνωρίζει ως ”εχθρό” ακόμη και τα ίδια του τα όργανα. Έτσι μπορεί να παράγει αντισώματα (που ονομάζονται αυτοαντισώματα) τα οποία επιτίθενται και προκαλούν βλάβη στα διάφορα όργανά του.
Στην περίπτωση της θυρεοειδίτιδας Hashimoto το ανοσοποιητικό σύστημα αναγνωρίζει εσφαλμένα τα φυσιολογικά κύτταρα του θυρεοειδούς ως ξένο ιστό και παράγει αντισώματα που βλάπτουν τα κύτταρα αυτά. Παρά το γεγονός ότι διάφοροι περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν μελετηθεί, κανένας δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι η αιτία της νόσου.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Πολλοί ασθενείς με θυρεοειδίτιδα Hashimoto μπορεί να μην έχουν συμπτώματα για πολλά χρόνια και η διάγνωση να γίνει τυχαία σε εξετάσεις αίματος για το θυρεοειδή, όπου ανακαλύπτονται αυξημένα αντιθυρεοειδικά αντισώματα. Αν ο θυρεοειδής υποστεί βλάβη σε σημείο που να μην μπορεί να παράγει αρκετή θυροξίνη, τότε αναπτύσσονται και συμπτώματα υποθυρεοειδισμού. Ένα επιπλέον σημάδι αυτής της ασθένειας όταν υπάρχει δυσλειτουργία του αδένα, μπορεί να είναι η εμφάνιση ανώδυνης διόγκωσης στο κάτω μπροστινό μέρος του λαιμού (βρογχοκήλη), η οποία μπορεί να είναι ορατή. Σε σπάνιες περιπτώσεις αν αφεθεί χωρίς θεραπεία και ο θυρεοειδής διογκωθεί υπερβολικά, ένα άτομο μπορεί να αρχίσει να έχει δυσκολία στην κατάποση ή σε παραμελημένες περιπτώσεις ακόμα και την αναπνοή.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Ένας γιατρός με εμπειρία στη διάγνωση και θεραπεία της νόσου του θυρεοειδούς μπορεί να ανιχνεύσει μια βρογχοκήλη με την φυσική εξέταση και να αναγνωρίσει τον υποθυρεοειδισμό, εντοπίζοντας χαρακτηριστικά συμπτώματα.
Επιπλέον θα χρειαστεί επιβεβαίωση με τις κατάλληλες εργαστηριακές εξετάσεις:
• Αντιθυρεοειδικά αντισώματα (ATPO, ATG)
Η ανίχνευση αυξημένων αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων στο αίμα αποτελεί την πιο εξειδικευμένη εργαστηριακή ένδειξη για τη νόσο.
• TSH (θυροειδοτρόπος ορμόνη)
Τα αυξημένα επίπεδα TSH στο αίμα είναι ο πιο ακριβής δείκτης του υποθυρεοειδισμού. Η TSH παράγεται από έναν άλλο αδένα την υπόφυση, που βρίσκεται στην κέντρο του κεφαλιού ακριβώς πίσω από τη μύτη και ρυθμίζει την παραγωγή θυροξίνης.
• άλλες εξετάσεις
Τ4 ή Free Τ4 (θυροξίνη) – Η δραστική ορμόνη του θυρεοειδούς στην αίμα. Χαμηλά επίπεδα της θυροξίνης είναι συμβατά με θυρεοειδική ανεπάρκεια, ειδικά σε προχωρημένες περιπτώσεις. Ωστόσο, τιμές στα “Φυσιολογικά όρια” δεν αποκλείουν υπολειτουργία του αδένα, αφού τα ψηλά επίπεδα TSH μπορεί αντιρροπιστικά να κρατάνε τα επίπεδα σε φυσιολογικά επίπεδα.
• Υπερηχογράφημα θυρεοειδή
Στην εξέταση του θυρεοειδή με τον υπέρηχο εμφανίζεται μια χαρακτηριστική εικόνα “ανομοιογένειας”, που οφείλεται στην αλληλεπίδραση των αντισωμάτων με τον αδένα. Συχνά μπορεί να παρερμηνευτούν ως όζοι του θυρεοειδούς, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς μπορεί να συνυπάρχουν.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Η παρουσία και μόνο αντισωμάτων δεν είναι ένδειξη για θεραπεία, αφού η τυχόν εξέλιξη της νόσου δεν μπορεί να προληφθεί. Για τους ασθενείς όμως με συμπτώματα (βρογχοκήλη ή υποθυρεοειδισμό) χρειάζεται σαφώς θεραπεία με θυροξίνη, αφού με τη σωστή θεραπεία υποκατάστασης αυτά αντιμετωπίζονται. Μπορεί να χρειαστούν αρκετές εβδομάδες από την έναρξη της θεραπείας μέχρι να παρατηρηθεί βελτίωση. Εξαιτίας της μόνιμης και συχνά προοδευτικής φύσης της θυρεοειδίτιδας Hashimoto, είναι συνήθως απαραίτητη η θεραπεία εφ’όρου ζωής.
Είναι κρίσιμης σημασίας η προσαρμογή της δόσης της θυροξίνης ανά τακτά χρονικά διαστήματα, με βάση πάντως τις εργαστηριακές εξετάσεις και όχι τα συμπτώματα. Εάν η δόση δεν είναι επαρκής, ο θυρεοειδής αδένας μπορεί να συνεχίσει για διογκώνεται και τα συμπτώματα του υποθυρεοειδισμού να εξακολουθήσουν να υφίσταται. Αν από την άλλη η δόση είναι υπερβολική, μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα της υπερθυρεοειδισμού με καταπόνηση της καρδιάς, κίνδυνο αρρυθμιών, αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης οστεοπόρωσης.
Διαταραχές που μπορεί να συνυπάρχουν
Όπως προαναφέρθηκε, η θυρεοειδίτιδα Hashimoto έχει ως βάση μια κοινή διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος, που τελικά επηρεάζει το θυρεοειδή αδένα. Το ανοσοποιητικό σύστημα λοιπόν στους ασθενείς αυτούς μπορεί εσφαλμένα να επιτεθεί και σε άλλα όργανα του σώματος, με αποτέλεσμα να τα βλάψει και η προδιάθεση αυτή να είναι οικογενειακή. Παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα των ασθενών με θυρεοειδίτιδα Hashimoto και τα μέλη των οικογενειών τους ποτέ δεν θα νοσήσουν από άλλο αυτοάνοσο νόσημα, έχουν ωστόσο στατιστικά αυξημένο κίνδυνο την ανάπτυξη των εξής παθήσεων:
• Τύπου 1 σακχαρώδη διαβήτη (που χρειάζονται ινσουλινοθεραπεία)
• Νόσο του Graves (βρογχοκήλη και υπερθυρεοειδισμός ή υπερδραστήριος θυρεοειδής)
• Ρευματοειδή αρθρίτιδα
• Κακοήθη αναιμία (αδυναμία απορρόφησης της βιταμίνης B12, ενδεχομένως προκαλώντας αναιμία και νευρολογικά προβλήματα)
• Νόσος του Addison (ανεπάρκεια των επινεφριδίων που παράγουν κορτιζόλη)
• Πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια (πρόωρη εμμηνόπαυση)
• Λεύκη (απώλεια του χρώματος στο δέρμα κατά περιοχές)
• Θρομβοκυτοπενική πορφύρα (αιμορραγική διαταραχή λόγω ανεπάρκειας αιμοπεταλίων στο αίμα)
• Ερυθηματώδης λύκος (αυτοάνοση ασθένεια που προσβάλλει το δέρμα, λεμφαδένες, καρδιά, πνεύμονες, νεφρά)
Η κατάλληλη διαχείριση της της θυρεοειδίτιδας Hashimoto απαιτεί συνολική διαχείριση του ασθενούς, με συνεχή φροντίδα από ιατρό με πείρα στη θεραπεία της ασθένειας αυτής.