Η περίοδος που διανύουμε από την Καθαρά Δευτέρα έως το Πάσχα, χαρακτηρίζεται από τη νηστεία της μεγάλης Τεσσαρακοστής, ως προετοιμασία για το συγκλονιστικό γεγονός της ανάστασης του Θεανθρώπου. Η νηστεία αυτή επιδρά πνευματικά και σωματικά στον άνθρωπο, επομένως σχετίζεται και με την ενδοκρινολογία, με διάφορους τρόπους.
Νηστεία ετυμολογικά σημαίνει «δεν τρώγω», από τη σύνθετη λέξη «νη + εσθίω». Συνδέεται λοιπόν άμεσα με την εκούσια αποχή από τα φαγητά, ιδιαίτερα δε από τροφές ζωικής προέλευσης, πολλές φορές και από λάδι. Στην αυθεντική της μορφή συνοδεύεται από περιορισμό προσλαμβανόμενων θερμίδων και έχει ως ευεργετικό αποτέλεσμα την μείωση βάρους. Ωστόσο η έλλειψη λίπους στην διατροφή έχει ως συνέπεια να μην ικανοποιείται εύκολα το αίσθημα του κορεσμού της πείνας. Επομένως αν η νηστεία περιορίζεται μόνο στην αποχή από τα λεγόμενα “αρτύσιμα” φαγητά, μπορεί να οδηγεί σε υπερκατανάλωση τροφών που προσθέτουν θερμίδες (ψωμί, ζυμαρικά, ξηροί καρποί, ταραμάς, χαλβάς κλπ), με συνέπεια την αύξηση του σωματικού βάρους.
Ιδιαίτερα πρέπει να προσέχουν οι διαβητικοί που αποφασίζουν να νηστέψουν, ειδικά αυτοί που κάνουν ινσουλίνη ή παίρνουν ινσουλινοεκκριτικά φάρμακα (π.χ. Solosa, Diamicron). Τα φάρμακα αυτά, αν ο ασθενής παραλείψει κάποιο γεύμα ή δεν τρώει ικανή ποσότητα υδατανθράκων (ζυμαρικά-ψωμί, ρύζι κλπ), μπορεί να προκαλέσουν υπογλυκαιμία. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να προηγείται συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό και να τροποποιείται κατάλληλα το διαιτολόγιο ή το φαρμακευτικό σχήμα.
Η αποφυγή κατανάλωσης γάλακτος ή των προϊόντων του, στερεί από τους νηστεύοντες μια σημαντική πηγή ασβεστίου. Αν δεν υπάρξει αντικατάσταση από άλλες πηγές (π.χ. αμύγδαλα, σουσάμι, πορτοκάλια, μπρόκολα, σπανάκι) τότε μπορεί να είναι χρήσιμη η χορήγηση συμμπληρωμάτων ασβεστίου, ειδικά σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Υπενθυμίζεται ότι η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας συστήνει καθημερινή πρόσληψη 1500mg ασβεστίου στην εφηβεία και την εμμηνόπαυση, καθώς και 1000-1200mg στις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες ως πρόληψη για την ανάπτυξη οστεοπόρωσης.
Η νηστεία της Σαρακοστής είναι επίσης δυνατό να συνοδεύεται από αλλαγές στο λιπιδαιμικό προφίλ, για όσο διάστημα αυτή ακολουθείται. H αντικατάσταση της κατανάλωσης κορεσμένων (ζωικών ) λιπών από πολυακόρεστα – ω6 λιπαρά (φυτικά έλαια) έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της “κακής” LDL χοληστερόλης. Αν τα πολυακόρεστα λίπη είναι ω3 (θαλασσινά κυρίως) έχει παρατηρηθεί μείωση των τριγλυκεριδίων και της αρτηριακής πίεσης, ενώ έχει βρεθεί ότι αυτά έχουν και αντιθρομβωτικές ιδιότητες. Αν χρησιμοποιείται ελαιόλαδο ως πηγή λίπους (μονοακόρεστα λιπαρά) παρατηρείται μείωση της ολικής και της “κακής” LDLχοληστερόλης και ταυτόχρονα αύξηση της “καλής”- προστατευτικής HDL χοληστερόλης. Επίσης η αυξημένη κατανάλωση διαλυτών φυτικών ινών (φρούτα, λαχανικά, όσπρια, προϊόντα σίκαλης) έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της ολικής και της LDL χοληστερόλης. Τα ανωτέρω ευεργετικά αποτελέσματα είναι εφικτά όταν αφορούν αντικατάσταση ζωικού λίπους από άλλα είδη και όχι την υπερκατανάλωση τροφών πλούσιων σε λιπαρά (π.χ. θαλασσινά), οπότε μπορεί να παρατηρηθεί αύξηση της ολικής χοληστερόλης.
Προσεγγίζοντας βέβαια σφαιρικά το θέμα κανείς δεν πρέπει να λησμονεί, ότι στην παράδοσή μας η νηστεία δεν περιορίζεται στα φαγητά. Μάλιστα από τον Μ.Βασίλειο τονίζεται ότι αληθινή νηστεία είναι “η των κακών αλλοτρίωσις, εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός, καταλαλιάς, ψεύδους, και επιορκίας. Η τούτων ένδεια, νηστεία εστίν, αληθής και ευπρόσδεκτος”.