Έχω οστεοπενία. Τι πρέπει να κάνω;
Η οστεοπενία διαγιγνώσκεται με μέτρηση DEXA, αποτελεί ένα στάδιο πριν την οστεοπόρωση και πρέπει να ληφθούν τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα για να μην εξελιχθεί η νόσος. Μπορείτε να βοηθήσετε τον εαυτό σας, εφόσον επιτύχετε να κόψετε το κάπνισμα, να περιορίσετε το αλκοόλ, να αυξήσετε την άσκηση-σωματική δραστηριότητα (που καταπονώντας το σκελετό θα τον ισχυροποιήσει) και να υιοθετήσετε υγιεινή διατροφή.
Είναι οπωσδήποτε απαραίτητη η επαρκής έκθεση στον ήλιο για να σχηματίζεται βιταμίνη D που βοηθά τα οστά, καθώς και η επαρκής καθημερινή πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D με την τροφή. Επειδή όμως στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα ανωτέρω δεν μπορούν να εξασφαλιστούν, ιατρικά συνήθως συστήνεται η καθημερινή συμπληρωματική λήψη φαρμακευτικών συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D.
Σε ορισμένες περιπτώσεις που υπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου, μπορεί να χρειαστεί φαρμακευτική αγωγή που δίνεται σε οστεοπόρωση. Ο γιατρός σας θα υπολογίσει στατιστικά τον κίνδυνο που έχετε να κάνετε κάταγμα στο ισχίο ή οποιοδήποτε άλλο οστεοπορωτικό στη δεκαετία. Αν ο κίνδυνος αυτός ξεπερνά το 3% και 20% αντίστοιχα, κρίνεται απαραίτητη η έναρξη αγωγής.
Έχω οστεοπόρωση. Τι πρέπει να κάνω;
Η οστεοπόρωση διαγιγνώσκεται με μέτρηση DEXA και θεραπευτικά ο στόχος είναι η ισχυροποίηση του οστού ώστε να μειωθεί η πιθανότητα για κάταγμα, καθώς και η ανάσχεση της επιδείνωσης της νόσου. Οπωσδήποτε ο γιατρός θα σας ελέγξει για νοσήματα (κυρίως ενδοκρινολογικά) που προκαλούν οστεοπόρωση, τα οποία και αντιμετωπίζονται.
Στη συνηθισμένη περίπτωση γεροντικής ή μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης ισχύουν τα προληπτικά μέτρα που εφαρμόζονται στην οστεοπενία. Κρίνεται όμως απαραίτητη και η χορήγηση φαρμάκων που αποδεδειγμένα μειώνουν τον κίνδυνο για κάταγμα, ακόμα και αν δεν βελτιώνουν απαραίτητα τη μετρούμενη οστική πυκνότητα. Φάρμακα επίσης χρησιμοποιούνται αν υπάρχει οστεοπορωτικό κάταγμα σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ή άνδρες >50 ετών, ακόμη και με φυσιολογική DEXA. Πλέον στην φαρμακευτική μας φαρέτρα υπάρχουν αρκετές κατηγορίες φαρμάκων που χρησιμοποιούνται κατάλληλα, αναλόγως την κάθε περίπτωση:
- Διφωσφονικά: Είναι φάρμακα που εμποδίζουν την απώλεια οστού και είναι ευρέως διαδεδομένα, με ένδειξη ακόμη και για πρόληψη της οστεοπόρωσης. Είναι καλύτερο να χορηγούνται το πρωί με άδειο στομάχι και να μεσολαβεί τουλάχιστον ένα μισάωρο πριν τo πρωινό ή άλλα φάρμακα. Επειδή μπορεί να προκαλέσουν ερεθισμό στον οισοφάγο, ο ασθενής θα πρέπει να παραμένει όρθιος ή καθιστός για αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Μπορούν να δοθούν σε καθημερινή βάση, άπαξ εβδομαδιαίως ή σε μηνιαία χορήγηση. Είναι αποτελεσματικά σε όλους τους τύπους οστεοπόρωσης και κάποια από αυτά έχουν αποδείξει ότι μειώνουν τον κίνδυνο για κάταγμα τόσο στους σπονδύλους, όσο και το γοφό (ισχίο).
- Denosumab: Πρόκειται για ένα παράγοντα που εμποδίζει την ενεργοποίηση των κυττάρων που αποδομούν το οστό. Χορηγείται με υποδόρια ένεση κάθε 6 μήνες! Φαίνεται ότι μειώνει τον κίνδυνο για κάταγμα και στους σπονδύλους και στο ισχίο ή αλλού. Είναι καινούριο φάρμακο και προς το παρόν χρησιμοποιείται μόνο στις γυναίκες μετεμμηνοπαυσιακά.
- Συνθετική παραθορμόνη (τεριπαρατίδη): Πρόκειται για μια ορμόνη που φυσιολογικά εκκρίνεται από τους παραθυρεοειδείς αδένες (δίπλα στο θυρεοειδή) και είναι κρίσιμη για το μεταβολισμό του ασβεστίου. Όταν χορηγείται φαρμακευτικά, έχει την ιδιότητα να διεγείρει τη δημιουργία καινούριου υγιούς οστού. Χρησιμοποιείται σε άνδρες και γυναίκες και έχει βρεθεί ότι αυξάνει την οστική πυκνότητα και μειώνει τον κίνδυνο για κάταγμα στη σπονδυλική στήλη περισσότερο από κάθε άλλη θεραπεία. Χορηγείται με καθημερινή υποδόρια ένεση με μέγιστη χρονική διάρκεια τα 2 έτη και είναι ένα ιδιαίτερα ακριβό φάρμακο, γι’ αυτό και συνήθως δίνεται σε πιο σοβαρές περιπτώσεις οστεοπόρωσης.
- Στρόντιο: Έχει την ιδιότητα να διεγείρει την παραγωγή ενώ ταυτόχρονα μειώνει την απώλεια του οστού, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο για κάταγμα κυρίως στους σπονδύλους. Δίνεται σε μορφή σκόνης που διαλύεται σε νερό, κατά προτίμηση το βράδυ με άδειο στομάχι (2 ώρες μετά το φαγητό). Αναφέρεται ωστόσο με τη χρήση του μια μικρή αύξηση στον κίνδυνο για θρομβώσεις στο αίμα.
- Καλσιτονίνη: Πρόκειται για μια ορμόνη που φυσιολογικά παράγεται από το θυρεοειδή αδένα, συμμετέχει στο μεταβολισμό του ασβεστίου στον οργανισμό, αν και είναι άγνωστος ο ακριβής ρόλος στον άνθρωπο. Η συνθετική καλσιτονίνη χορηγούμενη ενδορρινικά (από τη μύτη) ή με υποδόρια ένεση, κάποιες φορές χορηγείται ως θεραπεία οστεοπόρωσης. Έχει ευεργετική δράση κυρίως στους σπονδύλους αλλά πλέον θεωρείται δεύτερης γραμμής θεραπεία, όταν δεν μπορούν για διάφορους λόγους να χορηγηθούν πιο αποτελεσματικά φάρμακα. Είναι όμως πρώτη επιλογή όταν υπάρχει ένα οξύ επώδυνο κάταγμα στη σπονδυλική στήλη, λόγω της σημαντικής αναλγητικής δράσης της.
- SERM’S: Είναι φάρμακα που χρησιμοποιούνται σε γυναίκες με οστεοπόρωση αμέσως μετά την εμμηνόπαυση. Έχουν την ευεργετική δράση των οιστρογόνων στα οστά, αλλά δρούν ως αντι-οιστρογόνα σε άλλους ιστούς (π.χ μαστό, όπου και προστατεύουν από καρκίνο). Χρησιμοποιείται η ραλοξιφαίνη, η οποία έχει αποδείξει ότι μειώνει τον κίνδυνο για σπονδυλικά κατάγματα. Εμφανίζει όμως ελάχιστα αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης, ενώ μπορεί να επιδεινώσει τυχόν συμπτώματα εμμηνόπαυσης (π.χ. εξάψεις).
- Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης: Κατά την εμμηνόπαυση οι γυναίκες σταματούν να παράγουν οιστρογόνα, που είναι άκρως απαραίτητα για την υγεία των οστών. Στο παρελθόν η χρήση οιστρογόνων στις γυναίκες μετεμμηνοπαυσιακά θεωρούνταν ως ο καλύτερος τρόπος να προληφθεί ή και να θεραπευθεί η οστεοπόρωση. Πραγματικά η θεραπεία αυτή έχει εντυπωσιακά αποτελέσματα, μειώνοντας σημαντικά τον κίνδυνο για κάταγμα τόσο στους σπονδύλους όσο και στο ισχίο. Ωστόσο η ύπαρξη ερωτηματικών σχετικά με το ενδεχόμενο τα φάρμακα αυτά να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού και αυξημένη πηκτικότητα του αίματος, είχε σαν αποτέλεσμα να μην είναι πλέον πρώτη επιλογή για θεραπεία ή πρόληψη της οστεοπόρωσης μετεμμηνοπαυσιακά. Να τονιστεί ωστόσο ότι είναι φάρμακα απαραίτητα στην περίπτωση πρόωρης εμμηνόπαυσης και δίνονται μέχρι την ηλικία που η περίοδος θα σταματούσε φυσιολογικά (για την Ελλάδα 49-50 ετών).
Επιπλέον της φαρμακευτικής αντιμετώπισης πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε να αντιμετωπίζονται προληπτικά και τυχόν παράγοντες που προδιαθέτουν σε πτώσεις, αφού είναι προφανές ότι αν πέσετε αυξάνεται κατακόρυφα ο κίνδυνος για κάταγμα. Έτσι συνιστάται:
- ο χώρος που κινούνται ασθενείς με οστεοπόρωση ή ηλικιωμένοι να είναι ελεύθερος από μικροαντικείμενα που μπορεί να τους κάνει να σκοντάψουν.
- Να υπάρχει επαρκής φωτισμός σε όλες τις περιοχές εντός αλλά κι εκτός του σπιτιού (πχ είσοδος, σκάλες κλπ)
- Να αποφεύγετε το βάδισμα σε γλυστερές επιφάνειες (πάγος, σφουγγαρισμένο πάτωμα κλπ)
- Να αποφεύγετε το περπάτημα σε περιοχές που δεν γνωρίζετε ή είναι δύσβατες έξω από το σπίτι.
- Συνεννοηθείτε με το γιατρό σας ώστε να ρυθμίσετε ή να αντικαταστήσετε φάρμακα που μπορεί να προδιαθέτουν σε πτώσεις (π.χ. ανθυπερτασικά που κάνουν υπόταση, αντιδιαβητικά που κάνουν υπογλυκαιμία κλπ)
- Να αντιμετωπίσετε τυχόν προβλήματα όρασης, ή αστάθειας στη βάδιση.
- Να ασκείστε με ασφάλεια (π.χ. περπάτημα) ώστε να διατηρείται η μυϊκή σας ισχύς.
Ένα οστεοπορωτικό κάταγμα υποβαθμίζει σημαντικά την ποιότητα ζωής του ασθενούς, ενώ μπορεί να σημάνει την απαρχή και θανατηφόρων επιπλοκών. Αν πάσχετε από οστεοπενία ή οστεοπόρωση συζητήστε με το γιατρό σας για τα προληπτικά μέτρα και την ενδεχόμενη φαρμακευτική αγωγή που μπορεί να χρειαστεί, ώστε να προλάβετε τυχόν δυσάρεστες επιπτώσεις.