Η βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη με διάφορες δράσεις. Κυρίως βοηθά την εντερική απορρόφηση ασβεστίου και φωσφόρου, ενώ ρυθμίζει και το μεταβολισμό του ασβεστίου μέσω μιας ορμόνης, της παραθορμόνης. Έτσι διατηρεί φυσιολογικά τα επίπεδα του ασβεστίου και του φωσφόρου στο αίμα, που είναι ζωτικής σημασίας για να διατηρούνται τα οστά υγιή και ισχυρά. Επιπλέον θεωρείται ότι παίζει ρόλο στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος, την έκκριση της ινσουλίνης, την ομαλή ανάπτυξη των κυττάρων του σώματος, προλαμβάνοντας κακοήθειες όπως του παχέος εντέρου, του μαστού και του προστάτη.
Φυσικές πηγές Βιταμίνης- Η βιταμίνη του ήλιου
Η βιταμίνη δημιουργείται στο δέρμα υπό την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας του ήλιου, ωστόσο η ικανότητα παραγωγής ποικίλει: Μπορεί να είναι μειωμένη με την πρόοδο της ηλικίας, σε άτομα με σκούρο χρώμα δέρματος, το χειμώνα που υπάρχει μικρότερη ηλιοφάνεια, σε περίπτωση εκτεταμένης χρήσης αντιηλιακών ή η υπερβολικής αποφυγής του ήλιου το καλοκαίρι κλπ.
Επιπλέον της έκθεσης στον ήλιο, βιταμίνη D μπορεί να πάρει κανείς μέσω της διατροφής, αφού αυτή βρίσκεται σε κάποιες τροφές (μορφή D2 ή D3) και φυσικά με διάφορα φαρμακευτικά συμπληρώματα.
Η βιταμίνη D από τον ήλιο ή τη διατροφή στη συνέχεια ενεργοποιείται στον οργανισμό με μια ειδική διαδικασία που επιτελείται στο συκώτι και τα νεφρά, των οποίων η σωστή λειτουργία είναι απαραίτητη.
Τι προβλήματα υγείας μπορεί να προκαλέσει η έλλειψη της βιταμίνης;
Σε πολλούς ανθρώπους υπάρχει έλλειψη από τη σημαντική αυτή βιταμίνη, με επιπτώσεις στην υγεία. Ακόμη και στην ηλιόλουστη Ελλάδα το πρόβλημα αυτό είναι σημαντικό και συχνά υποεκτιμάται. Αρχικά μπορεί να μην προκαλείται κάποιο σύμπτωμα, ωστόσο μακροχρόνια μπορεί να υπάρχουν διαταραχές του μεταβολισμού του ασβεστίου, απώλεια της οστικής πυκνότητας, οστεοπόρωση- κατάγματα καθώς και μυϊκή αδυναμία. Σοβαρή ανεπάρκεια μπορεί να προκαλέσει ραχίτιδα στα παιδιά και οστεομαλακία στους ενήλικες, δηλαδή μαλακά, εύκαμπτα και αδύναμα οστά, καθώς και πόνους στα οστά και τους μυς.
Επιπλέον μερικές μελέτες δείχνουν ότι η έλλειψη βιταμίνης D μπορεί να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για ορισμένες μορφές καρκίνου (παχέος εντέρου, μαστού, προστάτη), αυτοάνοσα νοσήματα (σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 κυρίως στα παιδιά, ρευματοειδή αρθρίτιδα, φλεγμονώδη νόσο του εντέρου) καθώς και άλλα προβλήματα υγείας. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ισχυρές επιστημονικές αποδείξεις για τις επιπτώσεις αυτές και πολύ περισσότερο δεν έχει αποδειχθεί ότι η θεραπεία του προβλήματος έχει θετική επίδραση σε αυτά.
Έτσι οι οδηγίες που υπάρχουν σχετικά με την επάρκεια βιταμίνης D έχουν να κάνουν με την πρόληψη των επιπλοκών σε ό,τι αφορά τα οστά και το μεταβολισμό του ασβεστίου.
Πότε μπορεί κανείς να υποψιασθεί ανεπάρκεια της βιταμίνης D;
Μερικά προβλήματα υγείας αυξάνουν τον κίνδυνο να ανακαλυφθεί συνυπάρχουσα ανεπάρκεια βιταμίνης, καθώς μπορεί να είναι το αίτιο ή και το αποτέλεσμα της έλλειψης. Ο γιατρός σας ίσως ζητήσει να εξετασθείτε σχετικά αν πάσχετε από:
• Οστεοπόρωση
• Μακροχρόνια νόσο των νεφρών ή του ήπατος
• Δυσαπορρόφηση (κακή απορρόφηση θρεπτικών συστατικών στο έντερο) λόγω
…………– Κυστικής ίνωσης
…………– Νόσου του Crohn ή άλλης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου
…………– Βαριατρικής επέμβασης (χειρουργείο για απώλεια βάρους)
…………– Θεραπεία ακτινοβολίας που περιλαμβάνει το έντερο
• Υπερπαραθυρεοειδισμό (Υπερπαραγωγή μιας ορμόνης που ελέγχει το επίπεδο του ασβεστίου στο αίμα)
• Σαρκοείδωση, φυματίωση, ιστοπλάσμωση, ή άλλα κοκκιωματώδη νόσήματα (νόσοι με κοκκιώματα, δηλαδή συλλογές των κυττάρων που προκαλούνται από χρόνια φλεγμονή)
• Κάποια λεμφώματα (ένας τύπος καρκίνου)
Επίσης αυξημένες πιθανότητες να βρεθεί ανεπάρκεια της βιταμίνης D είναι σε:
• Άτομα με σκούρο δέρμα
• Εγκυμοσύνη και θηλασμό
• Χρήση ορισμένων φαρμάκων που επηρεάζουν το μεταβολισμό της βιταμίνη D όπως χολεστυραμίνη, αντιεπιληπτικά, γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόνη κλπ), αντιμυκητιασικά, φάρμακα του AIDS
• Ηλικιωμένους με συχνά επεισόδια με πτώσεις, ή άτομα κάθε ηλικίας με μη-τραυματικό κάταγμα (κάταγμα χωρίς να δικαιολογείται από τη σφοδρότητα του τραυματισμού).
• παχυσαρκία (η βιταμίνη D μπορεί να πάρει «παγιδευτεί» στο λίπος του σώματος)
Πώς ανακαλύπτουμε την ανεπάρκεια βιταμίνης D;
Ο καλύτερος τρόπος για να ελεγθεί η επάρκεια της βιταμίνης D στο σώμα σας είναι με ειδική εξέταση αίματος (επίπεδα 25-υδροξυβιταμίνης D ορού). Αν και δεν αντανακλά τα επίπεδα της τελικής δραστικής ορμόνης, ωστόσο αποτελεί την μόνη σχετικά αξιόπιστη εξέταση των αποθηκών στον οργανισμό. Δεν συνιστάται σε όλους να κάνουν αυτό τον έλεγχο, παρά μόνο όσοι το χρειάζονται. Ο γιατρός σας μπορεί να σας συμβουλέψει ανάλογα.
Τιμές βιταμίνης < 20ng/mL (50 nmol/lt) δείχνουν ήπια ανεπάρκεια, ενώ τιμές< 5 ng/ml (12,5 nmol/lt) υποδεικνύουν σοβαρή ανεπάρκεια με διαταραχές στην επιμετάλλωση των οστών. Μπορεί να χρειαστεί να επαναλάβετε την εξέταση κατά τη διάρκεια της θεραπείας υποκατάστασης, ώστε να αποδειχθεί η ανταπόκριση στη θεραπεία.
Μπορεί η ανεπάρκεια να αντιμετωπιστεί και να προληφθεί;
Η θεραπεία και πρόληψη της ανεπάρκειας βιταμίνης D περιλαμβάνει την αύξηση της πρόσληψης από το στόμα, με στόχο να φτάσουν τα επίπεδα της βιταμίνης D στο αίμα πάνω από 30 ng/mL. Πιθανότατα γι’αυτό θα χρειαστούν φαρμακευτικά συμπληρώματα κι αυτό γιατί είναι δύσκολο να πάρετε αρκετή βιταμίνη D μόνο από τη διατροφή σας, ενώ και η υπερβολική έκθεση στον ήλιο μπορεί να σχετίζεται με καρκίνο του δέρματος.
Η θεραπευτική δόση της βιταμίνης D εξαρτάται από την ηλικία, το πόσο χαμηλά είναι τα επίπεδα στο αίμα καθώς και το αίτιο που προκαλεί την ανεπάρκεια. Κάποιες φορές ο γιατρός σας θα μειώσει τη δόση της βιταμίνης D μετά από έξι έως οκτώ εβδομάδες θεραπείας και θα παραμείνει σε αυτή τη χαμηλότερη δόση «συντήρησης» για όσο καιρό χρειάζεται. Η βιταμίνη D μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα των οστών, τη σύνθεση του σώματος (πόση μυϊκή μάζα έχει ένα άτομο), και την ποιότητα της ζωής σε ασθενείς με ανεπάρκεια βιταμίνης D.
Πόσο βιταμίνη D χρειάζεστε;
Ανάλογα με το αν ανήκετε σε ομάδα κινδύνου για ανεπάρκεια της βιταμίνης ή όχι, υπάρχουν οδηγίες σχετικές με την ημερήσια προτεινόμενη πρόσληψη και το ανώτερο επιτρεπόμενο όριο. Ο παρακάτω πίνακας είναι ενδεικτικός.
ΣΥΣΤΗΝΟΜΕΝΗ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ D
Γενικός πληθυσμός Υψηλού κινδύνου για ανεπάρκεια
Ηλικία Ημερήσια σύσταση Ανώτατο όριο Ημερήσια σύσταση Ανώτατο όριο
(IU/μέρα) (IU/μέρα) (IU/μέρα) (IU/μέρα)
Νεογνά/ παιδιά
0–6 μηνών — 1,000 400–1,000 2,000
6–12 μηνών — 1,500 400–1,000 2,000
1–3 ετών 600 2,500 600–1,000 4,000
4–8 ετών 600 3,000 600–1,000 4,000
9–18 ετών 600 4,000 600–1,000 4,000
Ενήλικες
19–70 ετών 600 4,000 1,500–2,000 10,000
>70 ετών 800 4,000 1,500–2,000 10,000
Εγκυμοσύνη ή θηλασμός
14–18 ετών 600 4,000 600–1,000 4,000
19–50 ετών 600 4,000 1,500–2,000 10,000
Υπάρχει κίνδυνος από τη θεραπεία;
Η θεραπεία υποκατάστασης βιταμίνης D είναι πολύ ασφαλής και γενικά δεν υπάρχουν προβλήματα ή παρενέργειες στις συνήθεις συνιστώμενες δόσεις. Τυχόν “δηλητηρίαση” με κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας βιταμίνης από τις ανώτερα επιτρεπόμενες, μπορεί να προκαλέσει εναποθέσεις ασβεστίου (ασβεστώσεις), ναυτία, έμετο, κνησμό, αυξημένη δίψα και διούρηση, αδυναμία, και νεφρική ανεπάρκεια.Επομένως, είναι σημαντικό να τηρείται η δόση που ο γιατρός σας συνιστά, ενώ προσεκτική παρακολούθηση των επιπέδων της βιταμίνης στο αίμα βοηθά στην πρόληψη τυχόν προβλημάτων.
Τι μπορείτε να κάνετε για την πρόληψη της ανεπάρκειας βιταμίνης D;
Για να αποφευχθεί η ανεπάρκεια βιταμίνης D, βεβαιωθείτε ότι έχετε τουλάχιστον τη συνιστώμενη ημερήσια δόση με τη διατροφή.
Τρόφιμα με φυσική βιταμίνη D περιλαμβάνουν:
• Ορισμένα ψάρια: σολομός, οι σαρδέλες, το σκουμπρί, ο τόνος
• Μουρουνέλαιο
• ορισμένα είδη μανιταριών (πχ Shiitake)
• Κρόκοι αυγών
Συκώτι βοδινό
Επίσης μπορεί να υπάρχουν τρόφιμα τεχνητά εμπλουτισμένα με βιταμίνη D, τα οποία το αναφέρουν στη συσκευασία τους όπως γαλακτοκομικά, βρεφικό γάλα, δημητριακά κλπ.
Ρωτήστε το γιατρό σας αν θα πρέπει να ελέγξετε τη βιταμίνη D στο αίμα σας, αν νομίζετε ότι είστε σε κίνδυνο για ανεπάρκεια. Επίσης, συζητήστε αν θα πρέπει να αυξήσετε την ημερήσια πρόσληψη, καθώς μπορείτε να αντιστρέψετε τυχόν έλλειψη με την πάροδο του χρόνου. Εφόσον ο γιατρός σας κρίνει ότι χρειάζεστε συμπλήρωμα, πάρτε τη συνταγογραφούμενη δόση και τηρήστε τα ραντεβού με το γιατρό σας, ώστε να εξασφαλιστεί η επιτυχία της θεραπείας σας και η υγεία των οστών σας.